Επέμεινε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ότι είναι έτοιμος να συζητήσει με την Τουρκία, αποκαλύπτοντας ότι ήταν η Αθήνα που επιδίωξε την έναρξη των επαφών(!), αλλά απέφυγε να πει ευθαρσώς τι δεν θα συζητήσει στις «διερευνητικές» επαφές, σε συνέντευξη που παραχώρησε στον Ant1.

Σε ερώτηση για το ποιες είναι οι «κόκκινες γραμμές» της κυβέρνησης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε αρχικά ότι δεν πρόκειται να συζητήσει οτιδήποτε δεν συζήτησε και οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση στο παρελθόν…

Η απάντηση αυτή αφήνει πολλά ερωτήματα ανοικτά, αφού κανείς δεν γνωρίζει με σαφήνεια τι ακριβώς θέματα συζητήθηκαν ή όχι στους προηγούμενους 60 γύρους των διερευνητικών επαφών Ελλάδας και Τουρκίας.

Παράλληλα άφησε ανοικτό ως θέμα προς διαπραγμάτευση για τα κοιτάσματα ή τα εύρος των εναέριου χώρου.

«Η τωρινή κυβέρνηση δεν θα συζητήσει οτιδήποτε δεν συζήτησε και οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση στο παρελθόν .

Έχω την διάθεση και την ελπίδα ότι θα βρούμε ένα μακροπρόθεσμο πλαίσιο συνεννόησης με την Τουρκία» τόνισε, υπενθυμίζοντας ότι η Άγκυρα έχει ήδη δεχθεί την επιβολή κυρώσεων από τις ΗΠΑ και έχει ήδη ξεκινήσει η διαδικασία για κυρώσεις και από την Ε.Ε. Ο πρωθυπουργός κατέληξε λέγοντας:

«Εύχομαι να μην χρειαστεί τελικά αλλά πρέπει να γνωρίζει ότι θα πρέπει να είναι σταθερή στην αποκλιμάκωση. Θέλω να πιστεύω ότι το 2021 θα είναι καλύτερο από το 2020 για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις».

Να  σημειωθεί ότι ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών είχε αναφερθεί με σαφήνεια στα όσα είχαν συζητηθεί στους προηγουμένους 60 γύρους;

«Είναι φανερό το τι θα συζητήσουμε στις διερευνητικές επαφές, η ατζέντα είναι γνωστή. Όσα συζητήσαμε στους προηγούμενους 60 γύρους. Συζητούσαμε όλα τα θέματα των διαφορών μας με την Ελλάδα κι από εδώ και πέρα θα συζητήσουμε αυτά τα θέματα. Έχουν γίνει 60 συναντήσεις και είδα κι εγώ, υπάρχουν 5.000 σελίδες εγγράφων και υπήρξε προσέγγιση σε θέματα. Όμως όταν στην εξουσία ήρθε η κυβέρνηση Τσίπρα το 2016 δεν ήθελε να συνεχίσει τις συναντήσεις αυτές», είχε πει ο Τσαβούσογλου.

Στη συνέχεια ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι ήταν η Ελλάδα που επιδίωξε την έναρξη των διερευνητικών, εν μέσω πρωτοφανών τουρκικών επιθετικών ενεργειών.

“Η κυβέρνησή μας επεδίωξε την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών θέτοντας συγκεκριμένο πλαίσιο:

Να μην υπάρχει καμία δραστηριότητα εντός Ελληνικής ΑΟΖ και με αντικείμενο συζήτησης την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο.

Καλύτερα να συζητούμε εντός συγκεκριμένου πλαισίου παρά να μη συζητάμε”, σημείωσε ο πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια της συνέντευξης που παραχώρησε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Ant1.

Στην συνέχεια, ο πρωθυπουργός τόνισε πως:

«Η χώρα μας για πρώτη φορά έφυγε από το δόγμα της θεωρητικής επίκλησης του διεθνούς δικαίου και απέδειξε στην πράξη πως μπορεί να επιλύσει διαφορές χτίζοντας συμμαχίες, αλλά και την άμυνά της.

Φυλάμε τα σύνορά μας με απόλυτο σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή¨, αλλά τόνισε ότι:

«Καμία ελληνική κυβέρνηση δεν θα συζητήσει περί γκρίζων ζωνών ή αποστρατιωτικοποίηση των νησιών μας» αφήνοντας όμως έξω το εύρος του Εθνικού εναέριου Χώρου των Χωρικών Υδάτων ή και θεμάτων .όπως η «τουρκική μειονότητα» της Θράκης που θέτει επιμόνως  η Άγκυρα.

Ο πρωθυπουργός είπε ακόμη για  συνέπειες σε οικονομικό -και μόνο- επίπεδο  απατώντας σε ερώτηση αναφορικά με τις τουρκικές προκλήσεις.

Στην ερώτηση τι νομίζει για τα ελληνοτουρκικά, ο πρωθυπουργός είπε πως αν η Τουρκία συνεχίσει τις προκλήσεις της θα έχει συνέπειες σε οικονομικό κόστος, αποφεύγοντας να πει το οτιδήποτε για την υπεράσπιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων στο πεδίο, εάν αυτό απαιτηθεί.

«Η κυβέρνησή μας επιδίωξε την επανέναρξη του διαλόγου, αλλά μέσα σε προδιαγεγραμμένο πλαίσιο- τον καθορισμό θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Οι προκλήσεις από την Τουρκία είναι μια διαρκής διαδικασία. Σε περίπτωση που  συνεχίσει τις προκλήσεις θα έχει συνέπειες με οικονομικό κόστος. 

Είναι καλύτερα να συζητάμε. Έχω τη διάθεση και την επιθυμία να βρούμε πλαίσιο επίλυσης.

Η Τουρκία θα γνωρίζει πάντα ότι θα υπάρχουν επιπτώσεις.

Πρέπει να υπάρχει διάρκεια στην «καλή» συμπεριφορά της Τουρκίας. Ελπίσω ότι το ’21 θα είναι καλύτερο από το 2020 που υπήρξαν πολύ μεγάλες εντάσεις.»

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ