defencenet.gr

Σημείο – ορόσημο για την εξέλιξη της Πολεμικής Αεροπορίας (ΠΑ) υπήρξαν τα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα του 1974, που οδήγησαν στην κυπριακή τραγωδία με την τουρκική εισβολή στη μεγαλόνησο. Η ΠΑ βρέθηκε με άμεση την ανάγκη ενίσχυσης με νέα μαχητικά αεροσκάφη εν μέσω  ενός σκηνικού που οδηγούσε σε ελληνοτουρκικό πόλεμο.

Μέχρι το 1974, η Ελληνική Αεροπορία ήταν εξοπλισμένη με εκατοντάδες αεριωθούμενα πρώτης γενιάς, τα οποία προέρχονταν κυρίως από τα αποθέματα χωρών του ΝΑΤΟ.

Τα αεροσκάφη αυτά ήταν ένα μίγμα μαχητικών F-104G και F-5A/B μαζί με παλαιότερα F-84F και F-102.

Η δύναμη αυτή αν και όχι αμελητέα σε ισχύ εντούτοις έχριζε άμεσης ενίσχυσης με νεότερα μαχητικά αεροσκάφη.

Αν και είχε βολιδοσκοπηθεί η προμήθεια των κορυφαίων τότε μαχητικών McDonnell Douglas F-4E Phantom II, από τα μέσα της δεκαετίας του 1960, πολιτικοί πρωτίστως και οικονομικοί κατά δεύτερον λόγοι δεν επέτρεψαν την προμήθειά τους, νωρίτερα του ΄74, (λόγω άρνησης των ΗΠΑ να δώσουν ένα προηγμένο μαχητικό της Ελλάδα) παρά μόνο τον Απρίλιο του 1974, με το πρόγραμμα Peace Icarus. defencenet.gr

Τα πρώτα 36 Phantom αγοράστηκαν το 1972 με το πρόγραμμα Peace Icarus I, βάσει συμφωνίας ύψους τότε 5 δισ. δραχμών.  Στις 20 Απριλίου 1974 ο τύπος άρχισε να εντάσσεται σταδιακά στην ΠΑ με τα αεροσκάφη να μοιράζονται ανάμεσα  στις 338 και 339 Μοίρες Διώξεως Βομβαρδισμού.

Στην συνέχεια, το 1976, η Ελλάδα προέβη σε αγορά 24 ακόμα F-4E και φωτογραφικών RF-4E. Αυτό το πρόγραμμα ονομάστηκε Peace Icarus II. Μετά το 1987, η Αεροπορία έλαβε ακόμα 27 RF-4E από την Γερμανική Αεροπορία. Μετά το 1990 και στο πλαίσιο ανταλλαγμάτων για την ανανέωση της συμφωνίας για τις αμερικανικές βάσεις, η ΠΑ απέκτησε από την Αεροπορική Εθνοφρουρά των ΗΠΑ 28 ακόμα F-4E SRA.

Τα γεγονότα που ακολούθησαν την Κυπριακή τραγωδία και που οδήγησαν την Ελλάδα εκτός ΝΑΤΟ πυροδότησαν ταυτόχρονα ένα σημαντικό εξοπλιστικό πρόγραμμα, το οποίο αφενός ήταν προσανατολισμένο στα οπλικά συστήματα που άρμοζαν στις ανάγκες τις χώρας, αφετέρου στρεφόταν και σε άλλες πηγές πέραν των ΗΠΑ, απόρροια της εξόδου της χώρας από την Συμμαχία.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, αποκτήθηκαν τα 40 γαλλικά μαχητικά Dassault Mirage F-1CG μεταξύ 1975-1978.

Τα πρώτα Mirage F-1 CG προσγειώθηκαν στη 114 Πτέρυγα Μάχης στις 4 Αυγούστου 1975. Τα F-1 εντάχθηκαν αρχικά στην 342 Μοίρα και δύο χρόνια αργότερα στην 334 Μοίρα Παντός Καιρού, έχοντας σαν έδρα το αεροδρόμιο της Τανάγρας και το αεροδρόμιο του Ηρακλείου Κρήτης.

Στα 28 χρόνια τους στην Πολεμική Αεροπορία συμπλήρωσαν πάνω από 160.000 ώρες πτήσης, σηκώνοντας το κύριο βάρος της αναχαίτισης της τουρκικής Αεροπορίας στο Αιγαίο. Αποσύρθηκαν από την ενεργό δράση την 1η Ιουλίου 2003, αν και κατά πολλούς θα μπορούσαν να εξακολουθούν να υπηρετούν με την ΠΑ σε ρόλο προσβολής στόχων επιφανείας.  defencenet.gr

Από το εξοπλιστικό πρόγραμμα της ΠΑ δεν έμεινε έξω όμως ούτε ο τομέας της κρούσης. Η Αεροπορία ενισχύθηκε σημαντικά, από το 1975 και έπειτα, με την παραλαβή 60+5 αμερικανικών βομβαρδιστικών Vought A-7H Corsair II (60 μονοθέσια A-7H και 5 διθέσια TA-7H) στο διάστημα 1975-1977, με τα οποία η Ελλάδα απέκτησε μια εντυπωσιακή ποιοτική υπεροχή έναντι της τουρκικής Αεροπορίας στις προσβολές αέρος-εδάφους και επιφανείας.

Η ιστορία της απόκτησης των αεροσκαφών ξεκινά από την περίοδο της στρατιωτικής κυβέρνησης όταν μέσα στο γενικό πρόγραμμα αναβάθμισης της Πολεμικής Αεροπορίας παραγγέλθηκαν τα  60 A-7Ε, τα οποία όμως δεν είχαν σύστημα FLIR και πραγματοποίησης εναέριου ανεφοδιασμού.

Τα υπομοντέλα αυτά ονομάστηκαν A-7H και η σύμβαση για την απόκτησή τους υπεγράφη τον Ιούνιο του 1974. Ένα χρόνο μετά, τα πρώτα αεροσκάφη έφταναν στα αεροδρόμια της Λάρισας και της Σούδας και τέθηκαν στην διάθεση των ιπτάμενων. Μοιράστηκαν μεταξύ των Μοιρών 347 «Περσέας» (110 ΠΜ), 340 «Αλεπού» και 345 «Λαίλαψ» (αμφότερες της 115 Πτέρυγας Μάχης).

Επιπλέον, το 1980 πραγματοποιήθηκε επιπλέον αγορά 5 διθέσιων εκπαιδευτικών TA-7H.

Ταυτόχρονα, ένα από τα Α-7Η μετατράπηκε σε ΤΑ-7Η. Τέλος, ο στόλος Α-7 της Πολεμικής Αεροπορίας αυξήθηκε, και οι δυνατότητές του αναβαθμίστηκαν με την προσθήκη 62 A-7E και ΤΑ-7C, πλήρως εξοπλισμένων από πλευράς συστημάτων, από τα αποθέματα της Αεροπορίας του Αμερικανικού Ναυτικού το 1992.

Με την παραλαβή αυτών, τα Corsair μεταφέρονται στην 116 ΠΜ και πιο συγκεκριμένα στις 335 Μοίρα Βομβαρδισμού («Τίγρης») και 336 Μοίρα Βομβαρδισμού («Όλυμπος»). Όλα τα αεροσκάφη αποσύρθηκαν επίσημα την 31η Οκτωβρίου 2014.

Τα γεγονότα όμως της Κύπρου, εντόπισαν και άλλες ελλείψεις, αυτή τη φορά στα μεταφορικά αεροσκάφη.

Ιστορική έμεινε η παράτολμη αποστολή 12 μεταγωγικών NORD 2501 Noratlas, της 354 Μοίρας, τα οποία τον Ιούλιο του 1974 μετέφεραν στο αεροδρόμιο Λευκωσίας μία Μοίρα Καταδρομών, με αποτέλεσμα την καταστροφή 4 αεροσκαφών, την απώλεια 4 Ελλήνων αεροπόρων και 27 Καταδρομέων.

Έτσι η Αεροπορία προχώρησε στην προμήθεια 12 Lockheed C-130H Hercules αλλά και 5 βαρέων ελικοπτέρων Boeing Meridiolani CH-47C Chinook, για την ενίσχυση των μεταφορικών δυνατοτήτων της.

Παράλληλα το 1976 συστάθηκε το Σχολείο Όπλων Τακτικής στην 117 Πτέρυγα Μάχης. Ως Κέντρο Αεροπορικής Τακτικής, από το 1983, δοκιμάζει νέα οπλικά συστήματα και τακτικές, συμβάλλοντας σε μέγιστο βαθμό, στην αύξηση της μαχητικής ικανότητας της ΠΑ.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ