Το Π.Ν. ήταν από τα πρώτα Ναυτικά τα οποία προείδαν την επανάσταση που θα έφερναν τα βλήματα επιφανείας-επιφανείας στο ναυτικό περιβάλλον. Έτσι από πολύ νωρίς πρακτικά από τις αρχές της δεκαετίας του΄70, φρόντισε να εξοπλιστεί με το συγκεκριμένο τύπο βλημάτων, με αποτέλεσμα να γίνει ο πρώτος χρήστης παγκοσμίως του νέου τότε βλήματος ΜΜ-38 Exocet επί επί ΤΠΚ Combattante II.

Το ΜΜ-38 έχει βάρος εκτόξευσης τα 735 χλγρ. και φέρει πολεμική κεφαλή 165 χλγρ. Το Exocet είναι ελαφρά υποηχητικό αναπτύσσοντας ταχύτητα mach 0,94 και η εμβέλειά του κυμαίνεται μεταξύ 35 και 45 χλμ. Η κατεύθυνση του Exocet είναι τυπική της γαλλικής τεχνολογίας στον συγκεκριμένο τομέα. Έτσι το βλήμα κατευθύνεται προς το στόχο του αρχικά με την χρήση συστήματος αδρανειακής πλοήγησης και στη συνέχεια αναλαμβάνει ο ενεργός ερευνητής του βλήματος προκειμένου να «εγκλωβιστεί ο στόχος.

Ο πύραυλος πετά σε ελάχιστο ύψος από την επιφάνεια της θάλασσας , εκτελεί δηλαδή αυτό που είναι γνωστό ως “sea-skimming”.

Ο ελιγμός γίνεται προκειμένου να γίνεται δυσκολότερος ο εντοπισμός του πυραύλου από τα συστήματα του αντιπάλου, ενώ στην τελική φάση της προσβολής  το βλήμα πραγματοποιεί ελιγμό pop-up έτσι ώστε ο ενεργός ερευνητής του πυραύλου να πραγματοποιήσει εγκλωβισμό του στόχου.  και χρησιμοποιεί κεφαλή υψηλής εκρηκτικότητας με πυροσωλήνα καθυστέρησης. Ο συγκεκριμένος πυροσωλήνας εκρήγνυται αφού το βλήμα έχει διατρήσει το εξωτερικό τοίχωμα του σκάφους προκειμένου αυτό να εκραγεί  στο εσωτερικό του επιφέροντας τη μεγαλύτερη δυνατή ζημιά.

Το  Π.Ν. προχώρησε στην ανάπτυξη των βλημάτων σε θέσεις εκτόξευσης στο έδαφος χρησιμοποιώντας την υποδομή των συστοιχιών των βλημάτων ΜΜ40. Μάλιστα το Δεκέμβριο του 2009 πραγματοποίησε  δοκιμαστική βολή.   

Πιο συγκεκριμένα το βλήμα  Exocet ΜΜ-38 εκτοξεύτηκε από το όχημα βολής Renault 6×6 ΤRM10000, φορέα των βλημάτων ΜΜ-40, με το οποίο είναι εξοπλισμένες οι δύο επάκτιες συστοιχίες του ΠΝ. Οι δύο συστοιχίες κατευθυνόμενων βλημάτων ΜΜ-40 Exocet είχαν αποκτηθεί στο πλαίσιο σύμβασης ύψους 7,2 δισ. δρχ. του Οκτωβρίου 1990, ενώ παραδόθηκαν το 1993.

Η κατασκευάστρια εταιρεία MBDA, μαζί με τις κύριες μονάδες μίας συστοιχίας, δηλαδή το όχημα βολής, το όχημα διοικήσεως και ελέγχου και  τον γερανό για μεταφορά των βλημάτων, παραδίδει και μια μονάδα-συλλογή προσαρμογής  (Adaptation Kit) των βλημάτων  ΜΜ38 για την αναγκαία τροποποίηση της βολής από ΜΜ40 σε ΜΜ38.

Μέσω αυτή της μονάδας είναι εφικτή η διασύνδεση του κάνιστρου του ΜΜ38 με το όχημα βολής που κανονικά δέχεται τα αντίστοιχα κάνιστρα των ΜΜ40.

Πιο συγκεκριμένα παρέχονται οι υπηρεσίες για την παροχή τάσης, τη μεταφορά πληροφοριών του στόχου, τη μεταφορά στοιχείων βολής και τελικά τη πυροδότηση του βλήματος, που σε αντίθετη περίπτωση αυτό θα ήταν αδύνατο καθώς το σύστημα εκτόξευσης είναι πιστοποιημένο για τα βλήματα ΜΜ40.

Προφανώς, για να εκτελεστεί η βολή απαιτήθηκε η εξαγωγή των τεσσάρων κυλινδρικών κανίστρων των βλημάτων ΜΜ40 και η τοποθέτηση του τετράγωνου κάνιστρου του ΜΜ38. Το ΜΜ40, σε αντίθεση με το ΜΜ38, διαθέτει πτυσσόμενα πτερύγια με αποτέλεσμα το κάνιστρό του να είναι κυλινδρικό.

Από την άλλη το κάνιστρό του MM38 είναι τετράγωνο και καθώς το ΜΜ38 αποθηκεύεται με τα πτερύγια κατεύθυνσης σε ανεπτυγμένη θέση καταλαμβάνει μεγαλύτερο όγκο.  Για αυτό το λόγο το όχημα βολής Renault 6X6 ΤRM10000 των επάκτιων συστοιχιών, μπορεί να φέρει μόνο δύο βλήματα ΜΜ38. 

Δεν έγινε γνωστό εάν χρησιμοποιήθηκε ραντάρ της συστοιχίας των ΜΜ40 στη συγκεκριμένη βολή, αλλά το πιο πιθανό είναι το βλήμα να εκτοξεύθηκε στη διαμόρφωση BOL (Bearing Only Launch) με αρχική διόπτευση, αναλαμβάνοντας το αδρανειακό σύστημα ναυτιλίας που το κατευθύνει στην ενδιάμεση πορεία  και στη συνέχεια την προσβολή στο στόχο ανέλαβε ο ενεργός ερευνητής του βλήματος.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ