Το Bloch MB 151 είναι ένα από τα λιγότερο γνωστά καταδιωκτικά αεροσκάφη της Ελληνικής Βασιλικής Αεροπορίας που έδρασε κατά την περίοδο του ελληνο-ιταλικού πολέμου αλλά και κατά τη διάρκεια της γερμανικής εισβολής. Δύο παράγοντες επηρέασαν την απόδοση του αεροσκάφους στις επιχειρήσεις: Ο μικρός τους αριθμός και τα προβλήματα στην υποστήριξης, όπως και το ότι το αεροσκάφος είχε προβλήματα αξιοπιστίας υλικού. Παρόλα αυτά στα χέρια των Ελλήνων πιλότων μπόρεσε να δράσει στο βαθμό που του αναλογούσε πραγματοποιώντας και καταρρίψεις.

Η Ελληνική Βασιλική Αεροπορία (ΕΒΑ) παρήγγειλε 25 αεροσκάφη Bloch MB 151 γαλλικής κατασκευής τον Σεπτέμβριο του 1939. Η γρήγορη συνθηκολόγηση της Γαλλίας στις 25 Ιουνίου  του 1940 και η εξέλιξη των γεγονότων δεν επέτρεψαν την παράδοση όλων των αεροσκαφών παρά μόνο εννέα εξ αυτών  και τα οποία αρχικά εντάχθηκαν στην 24η Μοίρα Διώξεως με αρχική αποστολή την άμυνα των Αθηνών και βάση την Ελευσίνα. defencenet.gr

Το αεροσκάφος

Το Bloch MB-150 ήταν ένα γαλλικό χαμηλοπτέρυγο, ολομεταλλικής κατασκευής  καταδιωκτικό μονοπλάνο, με ανασυρόμενο σύστημα προσγείωσης και κλειστό πιλοτήριο, που αναπτύχθηκε από την «Société des Avions Marcel Bloch» σαν υποψήφιο για το διαγωνισμό του γαλλικού υπουργείου Αέρος του 1934, για ένα νέο καταδιωκτικό αεροσκάφος.

Αν και το διαγωνισμό κέρδισε το πρωτότυπο του Morane-Saulnier M.S.406, η ανάπτυξη του Bloch συνεχίστηκε, από την εταιρεία. Το πρωτότυπο θα επιχειρήσει να πετάξει για πρώτη φορά το 1936 χωρίς όμως επιτυχία. Ακολούθησαν συγκεκριμένες βελτιωτικές κινήσεις με ισχυρότερες πτέρυγες μεγαλύτερης επιφάνειας, βελτιωμένο σύστημα προσγείωσης και εγκατάσταση ενός αστεροειδούς κινητήρα Gnome-Rhone 14N-0 των 940 hp με τρίφυλλο έλικα σταθερού βήματος, και το ΜΒ.150 τελικά πέταξε τον Οκτώβριο του 1937.

Στη συνέχεια παραδόθηκε στο Κέντρο Δοκιμών Αεροπορικού Υλικού «CEMA» (Centre d’Essais du Materiel Aerien) για αξιολόγηση, όπου η απόδοσή του αποδείχθηκε επαρκώς ενδιαφέρουσα ώστε να εγκριθεί η περαιτέρω ανάπτυξή του. Έτσι, στις αρχές του 1938 αυξήθηκε ελαφρά το εκπέτασμά του και εγκαταστάθηκε ένας κινητήρας 14N-7. Όταν ολοκληρώθηκαν οι δοκιμές στα τέλη της Άνοιξης του 1938, η SNCASO πήρε την εντολή της προ-παραγωγής 25 αεροσκαφών.

Η επανασχεδίαση οδήγησε σε δύο νέα  πρωτότυπα τα οποία ονομάστηκαν MB.151 και MB.152. Με το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κάπου 120 αεροσκάφη των σειρών «-151» και «-152» είχαν βγει από τη γραμμή παραγωγής και είχαν παραδοθεί στη γαλλική Αεροπορία (Armée de l’Air), αλλά ελάχιστα εξ αυτών ήταν ικανά να πετάξουν, καθώς από τα περισσότερα έλειπαν τα σκοπευτικά και οι έλικες…

Τα πρωτότυπα MB.153 και MB.154 προορίζονταν για δοκιμές ισχυρότερων  αμερικανικών κινητήρων, αλλά μόνον το πρώτο πέταξε και όταν συνετρίβει λίγες μέρες αργότερα, καταστράφηκε πέραν επισκευής και μαζί του σταμάτησε η αναζήτηση αυτής της εναλλακτικής λύσης. Αντ’ αυτού, η προσοχή στράφηκε στην επέκταση της ακτίνας δράσης του ΜΒ.152. Αυτό επιτεύχθηκε με τη μετακίνηση του πιλοτηρίου προς τα πίσω, ώστε να δημιουργηθεί επιπλέον χώρος για μια νέα δεξαμενή καυσίμων.

Άλλες μετατροπές περιελάμβαναν μιαν ελαφρώς πλατύτερη ημιπτέρυγα και αεροδυναμική αναβάθμιση του καλύμματος κινητήρα. Το αποτέλεσμα, τυποποιημένο ως MB.155, απέδωσε ευνοϊκά στις πτητικές δοκιμές και παραγγέλθηκε η παραγωγή του στα 1940, αλλά μόνον 10 αεροσκάφη είχαν ολοκληρωθεί πριν την πτώση της Γαλλίας.

Σύμφωνα με τους όρους της ανακωχής, τα 19 εναπομείναντα στη γραμμή παραγωγής αεροσκάφη ολοκληρώθηκαν και παραδόθηκαν στην υπηρεσία της κυβέρνησης του Vichy. Από εκεί, τελικά κάποια βρέθηκαν στα χέρια της Luftwaffe, μετά το 1942.

Το τελευταίο μέλος της οικογένειας, το MB.157, χρησιμοποίησε έναν κατά πολύ ισχυρότερο κινητήρα και τελικά εξελίχθηκε σε ένα πολύ διαφορετικό αεροσκάφος, καθώς το σχέδιό του προσαρμόστηκε για να δεχθεί μια μεγαλύτερη και βαρύτερη μηχανή. Ημιτελές κατά την εποχή της ανακωχής, ολοκληρώθηκε και πέταξε υπό Γερμανική επίβλεψη. Καθώς επέδειξε εξαιρετικές επιδόσεις, αποσυναρμολογήθηκε από τους Γερμανούς για αξιολόγηση. Ο κινητήρας εστάλη στη Γερμανία και το σκάφος εξετάστηκε σε αεροδυναμική σήραγγα, όπου επιβεβαίωσε την υπεροχή του σχεδίου του. Αργότερα καταστράφηκε κατά τη διάρκεια των συμμαχικών βομβαρδισμών.

Κινητήρας επιδόσεις

Ο κινητήρας του αεροσκάφους ήταν ένας αστεροειδής Gnome-Rhône 14N-25 που απέδιδε των 1.030 ίππους και έδινε μέγιστη ταχύτητα στο 509 χ.α.ω. οικονομική ταχύτητα 450 χ.α.ω. επιχειρησιακό ύψος 10.000 μέτρων, το αεροσκάφος έφτανε τα 2000 μέτρα σε χρόνο 3 λεπτών και 24 δευτ. , η αυτονομία ου ΜΒ.151 έφτανε τα 600 χλμ. και το μέγιστο βάρος απογείωσης άγγιζε τα 2.800 χλγρ. Ο οπλισμός του αεροσκάφους ήταν αδύναμος και παρά το γεγονός αυτό σε ελληνικά χέρια ήταν αρκετός για να καταρρίπτει μέσα βομβαρδιστικά, όπως θα δούμε παρακάτω.

Έτσι αποτελείτο από είτε από δύο πολυβόλα των 7,5 χλστ. MAC 1934 M39 ή από 4 MAC 1934 M39. Σε ελληνική υπηρεσία τα αεροσκάφη είχαν τα 4 MAC 1934 αλλά όχι τα δύο πυροβόλα των 20 χλστ. Hispano-Suiza HS.404 με 60 βλήματα αναχορηγεία το καθένα. Αν και τα πυροβόλα αυτά θα κατέτασαν τα ΜΒ. 151 στο επίπεδο οπλισμού με τα γερμανικά Me-109E εντούτοις πρέπει να θεωρείται δεδομένο πως θα επηρέαζαν αρνητικά ούτος ή άλλως περιορισμένες επιδόσεις του αεροσκάφους όπως και τον προβληματικό βαθμό στροφής. defencenet.gr

Η επιχειρησιακή του δράση με την ΕΒΑ

Παρά το γεγονός ότι τεχνολογικά αλλά και σε ότι αφορά τις επιδόσεις, εκτός μόνο από το χαμηλό βαθμό ανόδου και ενδεχομένως το βαθμό στροφής, ήταν ανώτερο από το PZL 24 το κύριο καταδιωκτικό της ΕΒΑ εντούτοις το γαλλικό αεροσκάφος είδε σχετικά περιορισμένη δράση κατά τον ελληνο-ιταλικό πόλεμο όπως και μετά κατά τη διάρκεια της γερμανικής εισβολής εξαιτίας του μικρού αριθμούς τους και της ελλείψεως ανταλλακτικών. Με την ιταλική εισβολή η 24η Μοίρα μετακινείται στην Μακεδονία για να λάβει μέρος στις επιχειρήσεις.

Στις 25 Ιανουαρίου 1941, τα ελληνικά Bloch επιτυγχάνουν την πρώτη τους κατάρριψη, ένα τρικινητήριο ιταλικό βομβαρδιστικό Ζ.1007bis. Στις 9 Φεβρουαρίου ένα ακόμη Ζ.1007bis θα πέσει από τα Bloch της ΕΒΑ στην περιοχή της Θεσσαλονίκης.

Η επόμενη κατάρριψη για τα ΜΒ. 151 έρχεται την πρώτη ημέρα της  γερμανικής εισβολής στην Ελλάδα  στις 6 Απριλίου όταν ο υποσμηναγός Οικονομόπουλος Παναγιώτης θα καταρρίψει ένα γερμανικό δικινητήριο βομβαρδιστικό Do-17 ένα από τα πλέον σύγχρονα της εποχής εκείνης. Ο ίδιος λίγες ημέρες αργότερα και πιο συγκεκριμένα στις 9 Απριλίου  θα πραγματοποιήσει ακόμη μια κατάρριψη ενός ιταλικού Ζ.1007bis.

Στις 7 Απριλίου θα καταρριφθεί άλλο ένα Do-17 από τον Σμυρνιοτόπουλο και αυτό  στην περιοχή της Θεσσαλονίκης. Από τα αρχικά 9 αεροσκάφη στα μέσα Απριλίου είχαν απομείνει μόνο 2 τόσο από την τραγικές συνθήκες συντήρησης οι οποίες είχαν αρνητικό αντίκτυπο στην επιχειρησιακή κατάσταση των αεροσκαφών όσο και από τις απώλειες.

Τα εναπομείναντα αεροσκάφη θα μετασταθμεύσουν στο αεροδρόμιο Βασιλικής Τρικάλων όπου στις 15 Απριλίου θα λάβουν μέρος στην αερομαχία των Τρικάλων, την τελευταία ουσιαστικά μάχη της ΕΒΑ με ότι αεροσκάφη είχε στη διάθεσή της εναντίον της Luftwaffe. Στην αερομαχία αυτή, η 24η Μοίρα Δίωξης και τα Bloch MB.151 θρήνησαν τον τελευταίο πεσόντα των επιχειρήσεων του 40-41 στην Ελλάδα, τον επισμηνία Μόκκα Γεώργιο.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ