Η οριστικοποίηση των όπλων που θα εξοπλίσουν τα 30 υπό παραγγελία νέα μαχητικά F-16 Block 52+, αλλά και θα συμπληρώσουν τον οπλισμό των 60 F-16 Block 52+ που είχαν παραγγελθεί παλαιότερα, βρίσκεται στην τελευταίο στάδιο. Ο σχετικός κατάλογος, που ετοιμάστηκε από τους αρμόδιους επιτελείς του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας (ΓΕΑ), έχει προωθηθεί στο Ανώτατο Αεροπορικό Συμβούλιο (ΑΑΣ) για έγκριση.

Στη συνέχεια θα εκδοθεί προς τις κατασκευάστριες αίτηση υποβολής προσφοράς (RfP: Request for Proposal), αν αποφασισθεί η απευθείας εμπορική διαδικασία, ή θα αποσταλεί αίτημα (LOR: Letter of Request) προς το Αμερικανικό δημόσιο, αν αποφασισθεί η διακρατική διαδικασία. Ο προϋπολογισμός του προγράμματος εκτιμάται στα 400 εκατ. ευρώ. Τα όπλα που έχουν επιλεγεί από το ΓΕΑ είναι:

α. Αέρος-Αέρος

180 AIM-120C-5 AMRAAM (Advanced Medium Range Air-To-Air Missile = Εξελιγμένο Βλήμα Αέρος-Αέρος Μέσου Βεληνεκούς). Πρόκειται για τον αντικαταστάστη του γνωστού AIM-7 Sparrow. Κατασκευάζεται από την αμερικανική Raytheon. Η έκδοση C-5 που οι παραδόσεις της άρχισαν τον Ιούλιο του 2000, είναι στην πράξη η έκδοση C-4 με ελαφρά μεγαλύτερο πυραυλοκινητήρα στο συγκρότημα προώθησης WPU-16/B, και ένα μικρότερων διαστάσεων συγκρότημα ελέγχου WCU-28/B με αυξημένες ικανότητες ηλεκτρονικών αντι-αντιμέτρων (ECCM: Electronic Counter-Counter Measures). Ως γνωστόν το βλήμα AIM-120 AMRAAM χρησιμοποιείται ήδη από την Πολεμική Αεροπορία σε μεγάλους αριθμούς (μεταξύ των οποίων και τουλάχιστον 100 AIM-120C-5).

120 IRIS-T. Είναι βλήμα τελευταίας τεχνολογίας αέρος–αέρος, υπέρυθρης καθοδήγησης, μικρού βεληνεκούς με απαράμιλλες δυνατότητες στις αερομαχίες και αναχαιτίσεις. Είναι βλήμα τετάρτης γενιάς και βασίζεται σε μια εξολοκλήρου νέα σχεδίαση που χρησιμοποιεί μεθόδους κατευθυνόμενης ώσης ενώ τα αεροδυναμικά του χαρακτηριστικά το καθιστούν εξαιρετικά ευέλικτο. Αποτελεί τη φυσιολογική επιλογή αφού η χώρα μας μετέχει στη διεθνή κοινοπραξία για την ανάπτυξη και κατασκευή του με ποσοστό 9 % (350 βλήματα με δικαίωμα προαίρεσης option επιπλέον 30) . Η INTRACOM μετέχει στο πρόγραμμα από το 1997 όταν άρχισε η φάση προσδιορισμού των τεχνικών προδιαγραφών. Έχοντας εκπληρώσει τις συμβατικές της υποχρεώσεις για τη φάση ανάπτυξης (αναλυτική σχεδίαση, ανάπτυξη και κατασκευή πρωτοτύπων για την τροφοδοτική διάταξη, την τηλεμετρία και την συσκευή ελέγχου του πυραύλου), όπως αποδείχθηκε και από τις επιτυχείς δοκιμές του βλήματος, προετοιμάζεται τώρα για τη φάση της βιομηχανικής παραγωγής. Στο τέλος του έτους 2003 ολοκληρώθηκε η φάση ανάπτυξης (Full Scale Development) του προγράμματος. Στην κοινοπραξία μετέχουν επίσης η Γερμανία, η Ισπανία, η Ιταλία, η Νορβηγία και η Σουηδία.

β. Αέρος-Εδάφους

-50 AGM-154 JSOW (Joint Standoff Weapon). Πρόκειται για κατευθυνόμενο μέσω υβριδικού συστήματος αδρανειακής ναυτιλίας (INS: Inertial Navigation System) και παγκόσμιου συστήματος αναφοράς θέσης (GPS: Global Positioning System) όπλο που παράγεται σε τρεις εκδόσεις:

-AGM-154A για την προσβολή στόχων περιοχής με οπλικό φορτίο 145 βομβίδια BLU-97/B CEM (Combined Effects Munition: πολλαπλών αποτελεσμάτων) που έχουν διατρητικές (κατά ελαφρών τεθωρακισμένων στόχων), εμπρηστικές και εκρηκτικές δυνατότητες.

-AGM-154B που φέρει έξι αντιαρματικά υποπυρομαχικά BLU-108/B, που κάθε ένα από αυτά περιέχει τέσσερις εκρηκτικά διαμορφούμενες (EFP: explosively formed projectile) αντιαρματικές κεφαλές «Skeet» που διαθέτουν αισθητήρα υπερύθρων για ανίχνευση του στόχου.

-AGM-154C που η τερματική της καθοδήγηση θα γίνεται με έναν νέο υπέρυθρης λειτουργίας ερευνητή ενώ θα φέρει την πολλαπλών βαθμίδων κεφαλή BROACH που θα επιτρέπει την καταστροφή και καλά προστατευμένων υπόγειων στόχων.

Το AGM-154 JSOW μπορεί να αφεθεί από ποικίλα ύψη μεταξύ 200 και 40.000 ποδών (75-12,000 μέτρα) και με ταχύτητες πτήσης από 250 ως 650 κόμβους.  Όταν το όπλο αφεθεί από χαμηλό ύψος τότε η εμβέλεια του είναι 12 ναυτικά μίλα (22 χιλιόμετρα), ενώ από μεγάλο ύψος είναι 40 ναυτικά μίλα (75 χιλιόμετρα). Με τη χρήση πυραυλοπροωθητή, μπορεί να φτάσει τα 120 ναυτικά μίλια

-200 CBU-87 CEM (Combined Effects Munition). Περιλήπτης βομβιδίων (cluster bomb) κατά μη θωρακισμένων στόχων και προσωπικού που περιέχει 202 βομβίδια BLU-97/B με εκρηκτικά, εμπρηστικά και διατρητικά αποτελέσματα. Πάνω από 10.000 CBU-87 χρησιμοποιήθηκαν στο Ιράκ με μεγάλη επιτυχία.

-250 EGBU-12 Enhanced Paveway II. Αποτελεί εξέλιξη της γνωστής κατευθυνόμενης με λέιζερ οικογένειας βομβών Paveway. Χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 2001, στο Αφγανιστάν. Στο ημιενεργό σύστημα κατεύθυνσης με laser προστέθηκε και παγκόσμιο σύστημα αναφοράς θέσης (GPS) προκειμένου να μπορεί να χρησιμοποιείται ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών.

-100 BLU-109. Βόμβα βάρους 874 κιλών (χωρίς ουραίο συγκρότημα) με γόμωση 240 κιλά Tritonal ή PBXN-109 που μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε ως υποπυρομαχικό άλλων όπλων ή ως πυρήνας κατευθυνόμενου όπλου. Χαρακτηριστικά παραδείγματα χρήσης της είναι οι κατευθυνόμενες βόμβες GBU-10 Paveway II, GBU-15 Glide Bomb, GBU-24 Paveway III, GBU-27/A LGB, GBU-31 Joint Direct Attack Munition (JDAM) και τοβλήμα αέρος-εδάφους AGM-130C). Αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος HAVE VOID με σκοπό την προσβολή των πλέον κρίσιμων και πολύ καλά προστατευμένων στόχων του αντιπάλου, όπως είναι τα κέντρα διοίκησης και ελέγχου, υπόγειες αποθήκες πυρομαχικών, κέντρων επικοινωνιών καθώς και συγκοινωνιακών κόμβων-κλειδιών (π.χ. γέφυρες). Η αρχική απαίτηση ήταν για μια αεροπορική βόμβα με χαλύβδινο περίβλημα, η οποία θα μπορούσε να διαπεράσει τουλάχιστον έξι πόδια ενισχυμένου σκυροδέματος, πλήττοντας “θαμμένους” στο έδαφος στόχους. H διαμόρφωση του “σώματος” της BLU-109 έχει αρκετά πιο λεπτή διατομή, και το περίβλημα είναι πολύ υψηλότερης αντοχής σε σύγκριση με την τυπική βόμβα γενικής χρήσης Mk-84 των 2.000 λιβρών, όντας κατασκευασμένο από μονοκόμματο σφυρήλατο έλασμα χάλυβα υψηλής πυκνότητας, πάχους μίας ίντσας (25,4 χιλ.). Στο ουραίο τμήμα του όπλου έχει τοποθετηθεί ο πυροσωλήνας FMU-143 μηχανοηλεκτρικής λειτουργίας. Το προηγμένης τεχνολογίας περίβλημα της BLU-109 διαπερνά τα θωρακισμένα τοιχώματα του στόχου μένοντας ουσιαστικά ανέπαφο, ώστε η βόμβα να διεισδύσει στο εσωτερικό του στόχου, όπου εκρήγνυται η πολεμική κεφαλή PBNX-109, εξασφαλίζοντας την πλήρη καταστροφή του.

-100 JDAM (Joint Direct Attack Munition = Κοινή Βόμβα Προσβολής Ακριβείας). Συλλογή καθοδήγησης ακριβείας που μπορεί να τοποθετηθεί σε βόμβες  Mk-83 (GBU-31), Mk-84 ή  BLU-109/B (GBU-32). Γενικά οι GBU-29/30/31/32/35 JDAM είναι χαμηλού κόστους, υποβοηθούμενες από GPS συλλογές αδρανειακής ναυτιλίας (INS) που μπορούν να τοποθετηθούν σε μη κατευθυνόμενες βόμβες Mk-81, Mk-82, Mk-83, Mk-84, BLU-109 και BLU-110 αντίστοιχα:

  • GBU-29 (βόμβα γενικής χρήσης Mk-81 των 250 λιβρών)

  • GBU-30 (βόμβα γενικής χρήσης Mk-82 των 500 λιβρών)

  • GBU-31 (βόμβα γενικής χρήσης Mk-83 των 1.000 λιβρών)

  • GBU-32 (βόμβα γενικής χρήσης Mk-84 των 2.000 λιβρών ή διατρητική βόμβα BLU-109/B επίσης των 2.000 λιβρών)

  • GBU-35 (διατρητική βόμβα BLU-110 των 1.000 λιβρών).

Δηλαδή το JDAM προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αναβάθμιση του υπάρχοντος οπλοστασίου των γενικής χρήσης και διατρητικών βομβών. Μπορεί να αφεθεί σε απόσταση δεκαπέντε μιλίων από τον στόχο, από πολύ μικρό έως πολύ μεγάλο ύψος, ενώ υπάρχει δυνατότητα άφεσής του με διάφορες τεχνικές βομβαρδισμού (dive, toss, loft), αλλά και σε ευθεία πτήση, εντός ή εκτός του άξονα του στόχου (οn/off-axis). Τo όπλο επιτρέπει ακόμη την προσβολή πολλαπλών στόχων σε μία και μόνη διέλευση του αεροσκάφους-φορέα, ενώ παρέχει στο χρήστη δυνατότητα επιλογής διαφόρων διαμορφώσεων σκόπευσης του στόχου, καθώς και προσχεδιασμένης ή εν πτήσει επανασκόπευσής του.  Το σχέδιο της αποστολής, που περιλαμβάνει τον “φάκελο” άφεσης, τις συντεταγμένες του στόχου και τις παραμέτρους τερματικής καθοδήγησης, “φορτώνεται” στο αεροσκάφος-φορέα πριν την απογείωση. Μόλις το όπλο τροφοδοτηθεί με ηλεκτρική ενέργεια από το αεροσκάφος, ξεκινά τη διαδικασία ευθυγράμμισης του αδρανειακού του συστήματος (INS) με το αντίστοιχο του αεροσκάφους, ενώ παράλληλα λαμβάνει αυτόματα τα δεδομένα στόχευσης. Όταν το αεροσκάφος φθάσει στο σημείο άφεσης, εντός της αποδεκτής περιοχής άφεσης (Launch Acceptable Region/LAR), πραγματοποιείται η άφεση του. Στη συνέχεια το όπλο κατευθύνεται στον στόχο με τη βοήθεια του υβριδικού συστήματος ναυτιλίας GPS/INS. Συνήθως χρησιμοποιείται η διαμόρφωση, που συνδυάζει τα στοιχεία του INS με αυτά που λαμβάνονται από τον δέκτη GPS. Σε αυτή την περίπτωση η πιθανή απόκλιση από τον στόχο υπολογίζεται σε λιγότερο από 13 μέτρα. Αντίθετα σε περιπτώσεις που το GPS δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί λόγω ισχυρών ηλεκτρονικών παρεμβολών,η καθοδήγηση γίνεται αποκλειστικά από το INS, με τη μέση απόκλιση από τον στόχο να φθάνει τα 30 μέτρα.

-50 Spice-2000 και 300 Spice-1000 (αντίστοιχα για βόμβες 2000 και 1000 λιβρών). Πρόκειται για συλλογές καθοδήγησης ισραηλινής προέλευσης. Η ονομασία τους προέρχεται από τα αρχικά των λέξεων Smart Precise Impact and Cost Effective («έξυπνη» προσβολή ακριβείας και αποτελεσματικότητας κόστους). Για τη καθοδήγηση τους χρησιμοποιούν υβριδικό σύστημα αδρανειακής ναυτιλίας και παγκόσμιου συστήματος αναφοράς θέσης (INS/GPS), ενώ διαθέτουν επίσης ζεύξη δεδομένων και οπτικό ερευνητή για την τερματική φάση. Τα δύο τελευταία επιτρέπουν την εμπλοκή του χειριστή στην προσβολή του στόχου. Κατά την κατασκευάστρια Rafael το όπλο μπορεί να αφεθεί από απόσταση 60 χιλιομέτρων από τον στόχο.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ