Είχε κατακτήσει τα πάντα. Παγκόσμιους τίτλους, ολυμπιακό μετάλλιο, καθολική αναγνώριση. Οι ειδικοί τον αποδέχονταν ως κορυφαίο επαγγελματία πυγμάχο βαρέων βαρών, αλλά συνέχισε να ζει στη σκιά του πολύ πιο δημοφιλούς Μάικ Τάισον. Ο Εβάντερ Χόλιφιλντ κυνηγούσε για χρόνια την ευκαιρία του απέναντί του. Και όταν τελικά τον βρήκε μπροστά του, τον νίκησε. Όχι μία, αλλά δύο φορές.

Ακόμη κι έτσι, ο κόσμος δεν τον θυμάται τόσο ως έναν από τους μεγάλους της δεκαετίας του ’90, αλλά ως «εκείνον που τον δάγκωσε ο Τάισον». Ναι, ο Αμερικανός άξιζε υστεροφημίας πολύ διαφορετικής και σημαντικότερης από αυτή που ζει στις μνήμες μας.

Μεγαλώνοντας μέσα στην αδικία

Η αδικία υπήρξε συνοδοιπόρος αυτού του χαρισματικού πυγμάχου από τα πρώτα βήματά του. Ο μικρότερος από τα 9 παιδιά που μεγάλωσε μόνη της η μητέρα του, ξεκίνησε το μποξ σε ηλικία μόλις 7 ετών.

Άλλωστε οι δρόμοι  του Bowen Homes Housing Projects στην Ατλάντα ήταν πολύ πιο επικίνδυνο μέρος για ένα παιδί, ακόμη και συγκρινόμενοι με τα ρινγκ.

Στα 21 του είχε την ευκαιρία να κατακτήσει ένα χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες που διοργανώνονταν στην πατρίδα του. Αυτό θα ήταν το καλύτερο εισιτήριο που θα του εξασφάλιζε την είσοδό του στον κόσμο των επαγγελματιών.

Μια διφορούμενη –αν όχι ακατανόητη- απόφαση κριτών και διαιτητή φέρνει τον αποκλεισμό του στα ημιτελικά. Σε έναν αγώνα απέναντι στον Νεοζηλανδό Κέβιν Μπάρι, στον οποίο δεν είχε ιδρώσει καν και κατηγορήθηκε για αντιαθλητικό χτύπημα.

Πάντως, τόσο ο αντίπαλός του εκείνο το βράδυ όσο και ο νικητής της κατηγορίας έμπρακτα τον αναγνώρισαν ως τον κορυφαίο του τουρνουά.

Κυνηγώντας τον κορυφαίο

Αυτή η κατάφωρη αδικία μετατράπηκε σε ευλογία για τον νεαρό –τότε- μποξέρ που κέρδισε συμπάθεια και αναγνώριση εξαιτίας της. Αλλά και της στωικότητας με την οποία δέχτηκε μια τόσο λανθασμένη απόφαση.

Γεγονός που έδωσε ώθηση στα πρώτα βήματα της επαγγελματικής του καριέρας, παρά το ότι διέθετε πολύ λιγότερα από τους ανταγωνιστές του.

Κάτι που κατάλαβε νωρίς. «Οι αντίπαλοί μου και οι μάνατζέρ τους γνώριζαν τους πάντες και τα πάντα στο σπορ. Εγώ ήξερα μόνο να πυγμαχώ. Και η αλήθεια είναι πως συχνά δεν έχει σημασία το πόσο καλός είσαι, αλλά το πόσο καλός είναι ο ατζέντης σου», είχε πει. Και το δικό του μεγάλο πρόβλημα αποδείχτηκε πως ήταν ο εκκεντρικός «σατράπης» του μποξ, Ντον Κινγκ.

Ο άνθρωπος που ανέβαζε και κατέβαζε παγκόσμιους πρωταθλητές. Ο άνθρωπος πίσω από τα μεγαλύτερα ντιλ στο άθλημα. Ο άνθρωπος που δεν συμπάθησε τον Χόλιφιλντ μέχρι τη μέρα που νίκησε τον Τάισον.

Ο άνθρωπος που προσπάθησε να εκμεταλλευτεί το ταλέντο του, αλλά έπεσε πάνω στο πείσμα ενός σκληρού παιδιού που μεγάλωσε στα γκέτο και δεν δεχόταν το πατρονάρισμα κανενός. Και κάπως έτσι «έχασε» τα καλύτερα ίσως αθλητικά χρόνια του κυνηγώντας την ευκαιρία του κόντρα στον πρωταθλητή. Μια μάχη που ζητούσαν όλοι να δουν, εκτός από εκείνους που όφειλαν να την διοργανώσουν.

Ο μακρύς δρόμος προς τη δικαίωση

Μετά από μια τετραετία σε πιο χαμηλές κατηγορίες σωματικού βάρους, ο Χόλιφιλντ ανέβηκε εκεί που πάντα ήθελε.

Στα πολύ πιο δημοφιλή υπερβαρέα, στο… τσιφλίκι του «Iron Mike» ο οποίος σώριαζε με νοκ άουτ τον έναν διεκδικητή πίσω από τον άλλον. Και το έκανε επειδή ήθελε να τον αντιμετωπίσει!

Ένας αγώνας μεταξύ τους θα έπρεπε να είχε κανονιστεί από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 κιόλας, όμως, φάνταζε πως δεν ήταν γραφτό να συμβεί.

Ο «Real Deal» περίμενε στωικά να βρεθεί απέναντί του και να γίνει ο πρώτος που θα τον νικούσε και θα του έπαιρνε τα σκήπτρα.

Κι ενώ όλος ο πλανήτης περίμενε την ανακοίνωση για το ματς της δεκαετίας, αντ’ αυτής μάθαινε πως ο πρωταθλητής θα αντιμετώπιζε τον Μπάστερ Ντάγκλας. Με ελάχιστες στοιχηματικές εταιρίες να δέχονται καν ποντάρισμα και τις αποδόσεις στο 42 προς 1, όλοι θεώρησαν πως αυτός θα ήταν ένας αγώνας ρουτίνας πριν τη μεγάλη σύγκρουση.

Όμως ο Ντάγκλας σόκαρε και τον Τάισον και τον υπόλοιπο κόσμο όταν τον υποχρέωνε να αποχωρήσει ηττημένος από το ρινγκ.

Ο Χόλιφιλντ ήταν ο επόμενος που θα έβρισκε μπροστά του, μόλις 7 μήνες μετά το θρίαμβο. Πριν καν ολοκληρωθεί ο τρίτος γύρος, ο «Real Deal» ξεδίπλωσε τις αρετές του. Απέφυγε ένα άπερκατ, απάντησε με ένα θανατηφόρο ντιρέκτ και δέκα δευτερόλεπτα αργότερα, όσο χρειάστηκε να μετρήσει ο διαιτητής, οι ζώνες WBA, WBC και IBF ήταν δικές του. Ήταν ο παγκόσμιος πρωταθλητής, αλλά στη συνείδηση του κόσμου ακόμα δεύτερος.

Ένα… καταραμένο ραντεβού

Έστω και με εναλλαγή ρόλων (με τον Χόλιφιλντ πρωταθλητή και τον Τάισον διεκδικητή) ένας αγώνας έμοιαζε εφικτός.

Αποδείχτηκε και… καταραμένος. Τον Νοέμβριο του 1991 όλα έδειχναν πως το μεγάλο ραντεβού ήταν δεδομένο, όμως ο Τάισον έκανε πίσω κάνοντας λόγο για τραυματισμό σε δάχτυλο του χεριού του.

Μετά ΟΛΑ πήγαν στραβά. Οι κατηγορίες για βιασμό με τις οποίες βρέθηκε αντιμέτωπος, εμπόδισαν τη μεταξύ τους σύγκρουση την επόμενη χρονιά και -τελικά- μέσα σε ένα κυκεώνα ραγδαίων αποκαλύψεων, το κάποτε λατρεμένο «κακό παιδί» των ρινγκ καταδικάστηκε σε 10ετή κάθειρξη.

Όλα αυτά ενώ είχε προηγηθεί και ένα πολύκροτο διαζύγιο και μια σειρά άλλων γεγονότων που έδειχναν πως πλέον το μποξ δεν αποτελούσε την προτεραιότητά του.

Στο διάστημα της απουσίας του ο Χόλιφιλντ έμελε να μπει στην πιο παράξενη φάση της  καριέρας του… Αντιμετωπίζοντας κανονικούς αντιπάλους και όχι… μαριονέτες, θα χάσει και θα ξανακερδίσει τις ζώνες του, αποδεικνύοντας ξανά και ξανά ότι το πείσμα και η ατελείωτη δουλειά μπορούσε να καλύψει τα μειονεκτήματά του.

Σχεδόν κάθε νίκη αλλά και κάθε ήττα του αντιμετωπιζόταν ως έκπληξη, μέχρι που ήρθε η μεγαλύτερη όλων.

Ο Αμερικανός πυγμάχος θα διαγνωστεί με σοβαρό πρόβλημα στην καρδιά και με μια σοκαριστική ανακοίνωση γνωστοποιεί την απόσυρση του. Ένα άδοξο τέλος σε μια μυθική καριέρα, που λερώθηκε από τις κατηγορίες για χρήση απαγορευμένων ουσιών. Κάποιοι θεώρησαν ότι υπεύθυνη για την κατάρρευσή του ήταν η αυξητική ορμόνη, συνδέοντας τη λήψη της με την εντυπωσιακή μεταμόρφωση του Χόλιφιλντ μετά το Λύκειο. Όταν από 1.73 ύψος και 67 κιλά βρέθηκε στο 1.89 και κοντά στα 90 μέσα σε δύο χρόνια.

Finally!

Τίποτα όμως δεν μπορούσε να σταματήσει το πεπρωμένο που ήθελε τους δυο τους ενώπιος ενωπίω. Όσο παράξενο κι αν ακούγεται, ο Χόλιφιλντ πήρε την ευκαιρία που ζητούσε για καιρό, όχι επειδή θεωρήθηκε άξιος να σταθεί κόντρα στον Τάισον, αλλά διότι έμοιαζε ξοφλημένος.

Τουλάχιστον σε όρους παγκόσμιων τίτλων. Με τον «Iron Mike» να επιχειρεί το απόλυτο come-back μετά τη φυλακή, ο Χόλιφιλντ θα αποτελούσε απλά ένα σκαλοπάτι. Τουλάχιστον στο μυαλό του promoter Ντον Κινγκ που κανόνισε τον αγώνα ο οποίος έμεινε γνωστός με τον τίτλο Finally. Επιτέλους!

Μέσα στο ρινγκ ο Χόλιφιλντ για άλλη μια φορά ανέτρεψε όλα τα προγνωστικά. Στους 11 γύρους που κράτησε η ιστορία τσαλάκωσε ανεπανόρθωτα την εικόνα του Τάισον (που είχε 45-1 ρεκόρ τότε έναντι του 32-3). Εκείνη τη μυθική βραδιά θα επανακτούσε για τρίτη φορά (ενώ ακολούθησε κι άλλη!) τη ζώνη των υπερβαρέων, ένα επίτευγμα που μέχρι τότε είχε να επιδείξει μόνο ο Μοχάμεντ Άλι.

Επιτέλους, ο Εβάντερ έβρισκε τη δικαίωση και την αναγνώριση που απείλησαν να του στερήσουν το γκέτο, η μονογονεϊκή πολύτεκνη οικογένειά του, μια λανθασμένη απόφαση στους Ολυμπιακούς Αγώνες, η απουσία μάνατζερ μέσα στα «κόλπα», η καρδιά του, οι παράνομες ουσίες.

The Bite Fight

Η συμφωνία μεταξύ των δύο προέβλεπε και rematch, όπως συμβαίνει στις μάχες που κρίνουν ζώνες παγκόσμιων πρωταθλητών. 

Μετά το τέλος του πρώτου αγώνα ο Τάισον ιπποτικά είχε πει απευθυνόμενος στον αντίπαλό του: «Σ’ ευχαριστώ πολύ. Σε σέβομαι απεριόριστα». Στη ρεβάνς συμπεριφέρθηκε εντελώς διαφορετικά. Σε περισσότερες της μίας περιπτώσεις αντί για το πρόσωπο ή το σώμα του Χόλιφιλντ, σημάδεψε το αυτί του.

Σε μια από τις πιο σοκαριστικές στιγμές του σπορ κατάφερε να του κόψει κομμάτι και να του «κλέψει» για όλους τους λάθος λόγους τη δόξα της βραδιάς. Τα φώτα έπεσαν πάνω του και τα media ασχολήθηκαν με τα κίνητρα και τις ενέργειες του Τάισον, παρά με τον αδιαφιλονίκητα κορυφαίο και νικητή του αγώνα.

Στα επόμενα χρόνια εκείνη η εικόνα έγινε η σκιά του Χόλιφιλντ. Τον ακολούθησε και όταν έχασε και ξανακέρδισε για άλλη μια φορά τον τίτλο στα υπερβαρέα. Ήταν δίπλα του όταν ανακοίνωνε ξανά την νέα απόσυρσή του.

Βρισκόταν κοντά του όταν επέστρεψε και κατέστρεφε την υστεροφημία του πυγμαχώντας όταν πλέον δεν ήταν σε κατάσταση να το κάνει. Και, σήμερα, από μια τέτοια αξιοθαύμαστη καριέρα οι περισσότεροι θυμούνται τη βραδιά που ο Τάισον έκοψε το αυτί του. Ενώ θα έπρεπε να προτάσσουν ότι αυτός ο λιγότερο προικισμένος τύπος είναι ο μόνος πυγμάχος πάνω στη Γη που ονομάστηκε «αδιαφιλονίκητος παγκόσμιος πρωταθλητής» (έχοντας όλες τις διαθέσιμες ζώνες και τίτλους της κατηγορίας) σε βαρέα και υπερβαρέα. Και θα μπορούσε να μείνει στην πρώτη αιώνια πρωταθλητής και αήττητος. Αλλά εκείνος αποφάσισε να πάρει κιλά ώστε να βρεθεί απέναντι σε εκείνον που θεωρούσε κορυφαίο…

Και κατάφερε να τον νικήσει ξανά και ξανά. Και για να το πετύχει αυτό, όπως μαρτυρούν τα προβλήματα της υγείας του , έχασε πολύ περισσότερα από ένα κομμάτι του αυτιού του. Είναι άδικο να έχεις πετύχει τόσα και να σε θυμούνται γι’ αυτό.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ